Από τον θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα
Ένα ενδιαφέρον ψυχολογικό θρίλερ της Κωνσταντίνας Δήμου, που παραπέμπει στο διεθνές σουξέ «Η μέθοδος Γκρόνχολμ» ερμηνευμένο τέλεια από άξιους ηθοποιούς και σκηνοθετημένο με μπρίο και ευθυβολία, λιτότητα και χάρη, ατμοσφαιρικούς φωτισμούς και μελετημένες δραματικές εντάσεις, που κορυφώνονται σταδιακά έως το τελικό κρεσέντο. Σπάνια βλέπω τόσο καλομελετημένες και καλολαδωμένες σκηνικές μηχανές. Οφείλω να επισημάνω ότι η παράσταση εντάσσεται στο «Φεστιβάλ Έργων Τρόμου», που διοργανώνει η δραστήρια κι εκπληκτική θεατράνθρωπος Αλμπέρτα Τσοπανάκη στο «Θέατρο Παραμυθίας», ένας θεσμός που υποσκελίζει κατά πολύ τις δήθεν πρωτοποριακές και πειραματικές πολυδάπανες προσπάθειες κρατικών φορέων. Η ιδιωτική πρωτοβουλία σε όλο της το μεγαλείο. Σκεφτείτε ότι ο Κάρολος Κουν μόνος του ίδρυσε σχολή, διαμόρφωσε δύο γενιές θεατρανθρώπων, ανέδειξε συγγραφείς-σκηνοθέτες-μουσικούς-σκηνογράφους-πρωταγωνιστές κι άφησε πίσω του βαριά παρακαταθήκη ότι μόνο μέσα από το ταλέντο, τη δουλειά και την Ελευθερία το ταλέντο ανθίζει, καρπίζει και γονιμοποιεί το σκληρό και στείρο ενίοτε πολιτισμικό μας έδαφος με το πλούσιο υπόβαθρο και το σκληρό διαγ(κ)ωνισμό, φθόνου και μικροπρεπείας ένεκα.
Ως μέλος της κριτικής επιτροπής του Φεστιβάλ Έργων Τρόμου στο «Θέατρο Παραμυθίας», βαθμολογώ την παράσταση “A.f.r.a.id.” με άριστα δέκα.
Οφείλω να επισημάνω και να εξάρω την ερμηνεία του μεγάλου ηθοποιού Άκη Σιδέρη (αγνώριστος στο ρόλο του αμερικάνου ελληνικής καταγωγής), ο οποίος δοκιμάζεται σε άνισους κι αν-οίκειους ρόλους, ωριμάζει πολύ γρήγορα κι εγγράφει υποθήκες για πρωταγωνιστικούς ρόλους υψηλού βεληνεκούς. Η γκάμα του διατρέχει όλο το φάσμα (από την τραγωδία έως την φαρσοκωμωδία) κι είναι ιδιαίτερα κινηματογραφικός. Ας τον ανακαλύψουν οι σκηνοθέτες κινηματογράφου και τότε θα γίνει διεθνώς γνωστός.
Ο Παναγιώτης Κατσίκης είναι ένας ιδιαίτερος ηθοποιός, ετεροβαρής, με μεγάλο εκτόπισμα, ειδικός σε ρόλους «σκληρού», αλλά όχι μόνον. Τον έχω δει σε ιψενικούς ρόλους, σε ρόλους γκέι, σε ρόλους στρέιτ, άλλοτε γυμνό κι άλλοτε ντυμένο (ουδεμία διαφορά – η σοβαρότητα του προσώπου υπερισχύει). Υπόσχεται πολλά ως θεατρική μονάδα. Σε ρόλους φαρσοκωμωδίας θα ήταν τέλειος, τον βοηθάει και το «ελληνικό»-μεσογειακό στεατοπυγικό-πυκνόσωμο physique του. Θυμίζει τους αξέχαστους ηθοποιούς του παλιού αξέχαστου ελληνικού ασπρόμαυρου κινηματογράφου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παίρνει αυτοσχεδιαστικές ελευθερίες. Είναι, αντίθετα, σεμνός κι ευπειθής, υπάκουος στα κελεύσματα του σκηνοθέτη. Της σκηνοθέτιδος, στη συγκεκριμένη περίσταση. Η Έφφη Αλεξάνδρου πήρε το κείμενο της Κωνσταντίνας Δήμου και το αξιοποίησε, ανέδειξε τις δραματουργικές αρετές του, φώτισε τις «ραφές», υποστήλωσε τις δομές του, δημιούργησε μια οργιαστική ένταση προς την τελική κορύφωση, έπαιξε με τα κλισέ και τα στερεότυπα του είδους, τα σχολίασε, τα ειρωνεύτηκε (αλλά δεν τα σάρκασε). Υποβλητικοί αλλά και απομυθοποιητικοί οι φωτισμοί της Ήρας Δράκου. Απολύτως ρεαλιστικά, αληθοφανή και «κινηματογραφικά» τα κοστούμια της Ηλέκτρας Μαρματάκη.
Άφησα τελευταίες τις δύο γυναίκες ηθοποιούς γιατί με κατέπληξαν ευχάριστα με την απόδοσή τους. Εξωστρεφής (ορθώς) η Μαρία Τζιβάνη ως εκτιμήτρια έργων Τέχνης, αγοραφοβικώς αυτιστική η Χριστίνα Παχή στο ρόλο της «πετυχημένης» ψυχολόγου. Εύγε τους! Τίποτα καλύτερο δεν μπορεί να περιμένει κανείς από επαγγελματικές ερμηνείες με απαιτήσεις ποιότητας, εσωτερικότητας και χωρίς να θολώνουν τα εξωτερικά περιγράμματα, που είναι εντελώς απαραίτητα σε αυτό το σχηματικό εν πολλοίς είδος του ψυχολογικού θρίλερ.
Απολύτως ταιριαστή με την αισθητική της παράστασης η μίξη ήχου – μουσική επιμέλεια: Δημήτρης Μπέλλος, Δημήτρης Καρασούλος.