Στο ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΟΥ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΗΝΑ ΜΑΡΤΙΟ

Θα δοθεί από τον Δρα Κωνσταντίνο Μπούρα διάλεξη την Τετάρτη 6 Μαρτίου 6μμ στην αίθουσα «ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ»

διάλεξη με θέμα: «Ο Αριστοφάνης, ο Μένανδρος, ο Πλαύτος, ο Τερέντιος, ο Γκολντόνι, ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος και η κωμωδία παρεξηγήσεων».

=================================================================================================================

Ο Αριστοφάνης, ο Μένανδρος, ο Πλαύτος, ο Τερέντιος, ο Γκολντόνι, ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος και η κωμωδία παρεξηγήσεων.

 

Ομιλία τού Δρα Κωνσταντίνου Μπούρα στο ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ τού ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ» (Μάρτιος 2024).

 

Στις κρίσιμες μεταβατικές εποχές όταν περνάμε αργά, βασανιστικά, όχι χωρίς παράπλευρες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και εις βάρος των εκάστοτε οικολογικών ισορροπιών (πόλεμοι, κοινωνικές αναταραχές-ανακατατάξεις συμπίπτουν συχνά με απότομες κλιματικές μεταβολές, βλέπε τις πληγές των Φαραώ ή άλλα κοσμογονικά γεγονότα που επηρέασαν τις επικίνδυνες ισορροπίες ενός πλανήτη σε ασταθή, ρευστή «εν εξελίξει» κατάσταση) ο πολιτισμός υφίσταται «μεταλλάξεις», μεταπτώσεις, εκπτώσεις, αδιέξοδα, χρεοκοπίες (σοβαρότερες των οικονομικών) με αποτέλεσμα η όποια «περιρρέουσα ατμόσφαιρα» να μολύνεται από τοξικά απόβλητα, καλλιτεχνικά και λογοτεχνικά σκουπίδια, απορρίμματα που πωλούνται πανάκριβα («φύκια για μεταξωτές κορδέλες»)…

Πλέον πρόσφατο παράδειγμα (από τις αρχές τού προηγούμενου αιώνα) οι μελλοντολογικές αναφορές στο θεατρικό και αφηγηματικό έργο τού μεγάλου δραματουργού ΆΝΤΟΝ ΤΣΕΧΩΦ, οι ποιητικές των ΚΑΒΑΦΗ, ΠΕΣΣΟΑ, ΡΕΜΠΩ, οι ζωγραφικές «αιρέσεις» των ΒΑΝ ΓΚΟΓΚ, ΓΚΩΓΚΕΝ, ΠΙΚΑΣΣΟ, οι θεατρικές καινοτομίες των ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ, ΜΠΡΕΧΤ, ΑΡΤΩ, η προσανατολισμένη στο λούμπεν προλεταριάτο μυθοπλασία των ΖΕΝΕ, ΤΑΧΤΣΗ, ΧΡΟΝΑ)… όλα αυτά και πολλά άλλα καταδεικνύουν περίτρανα και με απόλυτο μαθηματικό τρόπο, που επαληθεύεται στατιστικώς, πως «όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά».

Στο τέλος κάθε ξεχωριστής, διακριτικής πολιτισμικής φάσης τα όποια πολιτιστικά φαινόμενα παλινδρομούν ανάμεσα στο συν άπειρον (αυτό που λέμε «πνεύμα») και στο μείον άπειρον (αυτό που λέμε «ύλη» – εξ ου και ο υλιστικός πολιτισμός).

Συνήθως, όταν οι παλαιοί θεοί αποσύρονται και πριν προλάβουν να καθίσουν στα στασίδια, στους θρόνους, στους θώκους οι καινούργιοι ιεράρχες, για ένα διάστημα ο μόνος θεός είναι το ΧΡΗΜΑ που εξασφαλίζει την ΕΠΙΒΙΩΣΗ.

Ούτως ή άλλως, ο ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ στην μεγάλης κλίμακος διαχρονία του είναι καρπός της ανάγκης «θεραπείας» δύο πρωταρχικών φόβων: της Ζωής (με κύρια έκφανσή της τον Έρωτα) και του Θανάτου.

Ένας μεγάλος φιλόσοφος τού εικοστού αιώνα που επέδειξε το πρωτοφανές θράσος να αρνηθεί το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, μέσα από την θεωρητική του προσέγγιση, που και «υπαρξισμός» αποκαλείται, κατέδειξε το κενό νοήματος που καλείται να καλύψει η ατομική ύπαρξη προκειμένου να μην αυτοκτονήσει.

Το ίδιο περίπου λέει (σε διάφορες παραλλαγές) η καινούργια «θρησκεία» της ψυχανάλυσης.

Το αρχαίο δράμα επιβιώνει εδώ και 2.500 χρόνια, παρά τους βιασμούς, τις παρερμηνείες, τις παρεξηγήσεις, τις αλχημείες, τις καπηλείες, τις βεβηλώσεις, τις τυμβωρυχίες, τις εκμεταλλεύσεις που υπέστη, ίσως γιατί στην δημοκρατική Αθήνα του «χρυσού» 5ου Αιώνα, λίγο πριν καταρρεύσει το αρχαιοελληνικό και παγκόσμιο «θαύμα» ως αποτέλεσμα ενός εμφύλιου Πελοποννησιακού Πολέμου, εκεί, τότε, τέθηκαν προβλήματα που απασχόλησαν πρώτη φορά τους ιθύνοντες νους και δόθηκαν λύσεις τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη.

Ας μην αυταπατώμεθα, δεν έχουμε εξελιχθεί έκτοτε, παρά τις τέσσερις διαδοχικές βιομηχανικές-τεχνολογικές επαναστάσεις, η ψυχοσωματική μας δομή κινείται ακόμη σε προκλασικά πρότυπα. Ακόμα κι ο «άνθρωπος των σπηλαίων» ενυπάρχει στις κοινωνικές μας εκδηλώσεις και ρυθμίζει πολλές από τις μη συνειδητές επιλογές μας.

Το θέατρο είναι η κατεξοχήν πολυσύνθετη Τέχνη, αφού συνθέτει, συνδυάζει, χρησιμοποιεί όλες τις άλλες (της Επιστήμης συμπεριλαμβανομένης).

Η διαφορά είναι πως η εξειδίκευση που επέβαλε η Πρώτη και Δεύτερη Βιομηχανική Επανάσταση κατακερμάτισε την ενιαία αναζήτηση της συμπαντικής Γνώσης σε κλάδους όπως: Ποίηση, Επιστήμη, Φιλοσοφία… και τα λοιπά και τα λοιπά.

Το περιδεές, το έντρομο σύγχρονο ον απέχει τόσο πολύ πλέον από το πλατωνικό «όντως ον» που και η πρώτη βροχούλα, η πρώτη χιονόπτωση, ο πρώτος καύσων… μπορεί να το πανικοβάλλει τόσο δραστικά που να ενεργοποιήσει σκοτεινά ένστικτα αυτοκαταστροφής.

Οι αρχαίοι διέθεταν ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε σχέση με εμάς: πατούσαν ακόμη στη γη, ήσαν γειωμένοι, δεν είχαν αποκοπεί από τη Φύση, αντιλαμβάνονταν τον πλανήτη ως ζωντανό οργανισμό, με τον οποίο διαδρούσαν ανταλλάσσοντας ενέργειες… τον αποκαλούσαν ΓΑΙΑ, ΡΕΑ, ΜΑΙΑ, ΑΦΑΙΑ…

Εμείς σήμερα δεν πιστεύουμε σε τίποτα, μήτε σε θεούς μήτε σε δαίμονες…

Εγκαταλείψαμε κάθε προοπτική που επεκτείνεται πέρα από το Ορατό, από το Απτό, από το Επιστητό με αποτέλεσμα να μην καταλαβαίνουμε πια την ΠΟΙΗΣΗ (της οποίας αντικείμενο είναι ακριβώς το ΑΟΡΑΤΟ, το ΆΦΑΤΟ, το ΆΡΡΗΤΟ…).

Χωρίς ποίηση όμως δεν νοείται το αρχαίο δράμα. Άνευ Ποιήσεως θλιβερός ο βίος εστί.

Γίναμε άτομα και χάσαμε την ενότητά μας με το Άπαν.

Πολλά δυστυχισμένα, νευρωτικά «εγώ» δεν συναπαρτίζουν το «εμείς».

Όσο κι αν περάσαμε από τον Καιάδα στην «συμπερίληψη» και στην θεωρητική (ή θεσμοθετημένη) αποδοχή τού διαφορετικού, του άλλου, του «ξένου»… είμαστε τόσο τραγικά μόνοι που καμία άλλη νοήμων οντότητα δεν θα ήθελε να βρεθεί στη θέση μας.

Αυτά όλα όμως ξεκίνησαν πολύ παλιά. Πολύ πριν την γνωστή σε εμάς ως «ιστορική» εποχή. Ας περιοριστούμε όμως στα κατά το μάλλον ή ήττον γνωστά, αποδείξιμα, ελέγξιμα, διαχειρίσιμα από την συμβατική επιστήμη μας.

Από την εποχή των σοφιστών, που άνθισαν παράλληλα με την παρακμή τής έννοιας «κλασικό» και με την αποσαθρωμένη σήψη τού κοινωνικού ιστού τού πάλαι ποτέ «Κλεινού Ιοστεφούς Άστεως» εμφανίστηκαν φιλόσοφοι, ποιητές, μουσικοί, εικαστικοί… που επηρέασαν τους επόμενους 25 αιώνες ακριβώς γιατί είχαν το προνόμιο να παρατηρήσουν τις όποιες αλλαγές-διαφοροποιήσεις-μεταβολές εν τη γενέσει τους κι είχαν μέτρο σύγκρισης με μια άλλη (λίγο-πολύ εξιδανικευμένης εποχής αξιοζήλευτων ισορροπιών). Είναι αλήθεια πως ανάμεσα σε δύο πολιτισμικές τρικυμίες επικρατούν βραχύβιες νηνεμίες όπου ο Άνθρωπος νιώθει ασφαλής, οι Τέχνες και τα Γράμματα ανθίζουν, η προστιθέμενη αξία τής γνώσης, η επιβράβευση τής όποιας «αριστείας» είναι επιθυμητή, επικροτείται και επιβραβεύεται από την άρχουσα-κυρίαρχη-προνομιούχα τάξη, που διαμορφώνει και διαμορφώνεται (από) το πλαίσιο τού συγχρονικού «συστήματος».

Μην ξεχνάμε ότι το λεγόμενο «Ελισαβετιανό θέατρο» άνθισε όσο ζούσε η Ελισάβετ η Πρώτη και παρήκμασε απότομα μετά τον θάνατό της. Χωρίς του Μεδίκους δεν θα είχαμε Αναγέννηση. Χωρίς τούς βυζαντινούς λογίους που εγκατέλειψαν την αλωμένη Κωνσταντινούπολη δεν θα έφτανε η κοινή ελληνική γλώσσα και κάποια από τα αρχαία συγγράμματα στη Μεσαιωνική Δύση. Χωρίς τους φωτισμένους Άραβες, μεγάλο μέρος των συγγραμμάτων τού Αριστοτέλη και της αρχαίας Ιεράς Γεωμετρίας θα είχαν χαθεί για πάντα…

Βεβαίως, η ατομική πρωτοβουλία, ή αλλιώς η «κρίσιμη μάζα» (όπως θα λέγαμε στη Χημεία) αντιστοιχεί στην ελάχιστη εκείνη μειοψηφία των αφυπνισμένων πρωτοπόρων που εξασφαλίζουν το πολυπόθητο «ποιοτικό άλμα» (κατά τον Δανό χριστιανό φιλόσοφο Σόρεν Κίρκεγκααρντ που διερεύνησε επισταμένως την «Έννοια τής Αγωνίας»).

Και για να πάμε στον θεατρικό χώρο τώρα, το αρχαίο δράμα επηρέασε και επηρεάζει παντοιοτρόπως το σύγχρονο πολιτιστικό μας γίγνεσθαι (σε όλα τα επίπεδα ανάμεσα στο κατά Λογγίνον «υψηλό» και στην ταπεινή, ευπώλητη, μιας χρήσεως, καταναλώσιμη, τετριμμένη-trivial Παραλογοτεχνία, Παρα-τέχνη, Παραψυχολογία…).

Χωρίς τον Ευριπίδη αφ’ ενός και τον Αριστοφάνη αφ’ ετέρου δεν θα ξέραμε τίποτα για την λαϊκή απήχηση των θεωριών τού Σωκράτη.

Χωρίς τον Μένανδρο δεν θα υπήρχε η Commedia DellArte. Χωρίς αυτό το τυποποιημένο λαϊκό θέατρο δεν θα υπήρχε ο Γκολντόνι, ο Μολιέρος, ο Λόπε ντε Βέγκα, ο Σαίξπηρ… Χωρίς τον Πλαύτο και τον Τερέντιο, που εμπνεύστηκαν από τον Μένανδρο και τους συν αυτώ δεν θα υπήρχαν οι σύγχρονες σαπουνόπερες, τα μελοδραματικά κινηματογραφικά έργα, ένα μεγάλο μέρος τής σύγχρονης κωμωδιογραφίας. Χωρίς το ανατολίτικης κοπής κι εμπνεύσεως θέατρο σκιών και το κουκλοθέατρο, που επέδρασαν με σημαντικό τρόπο στις τελετουργικές μυθολογικές αναπαραστάσεις των μυστηριών δεν θα υπήρχαν τα comics, τα emoji, πολλά videoart, digitalart, videoclip και άλλες μορφές έμμεσης ή άμεσης διαφήμισης προϊόντων και υπηρεσιών, ιδεών, στάσεων και συμπεριφορών για ευρεία λαϊκή κατανάλωση μέσω της ενδιάθετης μιμητικής διαδικασίας (από την οποία παράγεται κι η απαιτητική υψηλού ανθρωπιστικού τύπου «ενσυναίσθηση» – η οποία στα αγγλικά ταυτίζεται με την «εμπάθεια»).

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΑΡΘΕΝΟΓΕΝΕΣΗ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ κι όποιος την απαιτεί, την διαλαλεί, την διατυμπανίζει είναι οπαδός τού Γερμανικού Ρομαντισμού (που μαζί με τον επίσης Γερμανικό ΕΞΠΡΕΣΙΟΝΙΣΜΟ) παρερμήνευσαν τόσο το αρχαίο δράμα ώστε να καταντήσει πρόσφορο ακόμα και σε φασιστική-ναζιστική προπαγάνδα.

Η «ανωτερότητα» εκείνων των μεγάλων πνευμάτων δεν ήταν «κυτταρική» μήτε «θεία» μήτε «εξωγήινη»: ήταν κυρίως ΓΛΩΣΣΙΚΗ, ΘΕΣΜΙΚΗ, ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΗ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ… Είχαν τον προνόμιο να απολαμβάνουν ισότιμα την πλήρη ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΈΚΦΡΑΣΗΣ σε έναν επικοινωνιακό κώδικα τόσο ανοικτό που εμπλουτιζόταν κάθε φορά που ερχόταν σε συνδημιουργική επαφή με το «ξένο», με το «αλλότριο». Εκείνο το παρεξηγημένο «πας μη Έλλην βάρβαρος» είχε σχέση περισσότερο με τις δυνατότητες τού εύπλαστου πανάρχαιου γλωσσικού κώδικα παρά με εθνικιστικές παντοκρατορικές παγκοσμιοποιητικές βλέψεις. Όσον κι αν θεοποιήθηκε, εξιδανικεύτηκε, ανακηρύχθηκε «Μέγας» ο Αλέξανδρος η αλήθεια ίσως είναι περισσότερο «πεζή»: ΜΟΝΟΝ ΟΙ ΚΙΝΕΖΟΦΩΝΟΙ ΚΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΟΙ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΤΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΝΑ «ΚΕΝΤΑΝΕ» ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΊΔΙΟ ΑΡΧΑΙΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΚΑΜΒΑ.

Απόδειξη της ανεξιθρησκείας και της δημοκρατικής Ισότητας των αρχαίων Ελλήνων είναι πως πρόσβαση στα ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ είχαν όλα τα άτομα ανεξαρτήτως εθνότητας ή κοινωνικής τάξεως, ΦΤΑΝΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΟΥΣΑΝ, ΝΑ ΟΜΙΛΟΥΣΑΝ, ΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΣΑΝ ΕΠΑΡΚΩΣ με και στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ!!!

Βεβαίως, οι εποχές άλλαξαν, τα συστήματα διαδέχτηκαν το ένα το άλλο, τα λατινικά που χρησιμοποίησαν το αλφάβητο τής Κύμης-Ερέτριας (σημερινής Εύβοιας) έγιναν επίσημη γλώσσα, παρήκμασαν κι αυτά, έδωσαν εν μέρει τη θέση τους στην αγγλική γλώσσα, ενόσω η ελληνιστική κοινή είναι η γλώσσα στην οποία διάλεξαν οι τότε Ιεράρχες να μεταφραστεί η «Αγία Γραφή». Σήμερα ζούμε μία αλλόκοτη κυριαρχία των παραγλωσσικών κωδίκων, τής γλώσσας τού σώματος, το “physical theater” ελαχιστοποιεί τις ανώτερες πνευματικές ανάγκες τού Ανθρώπου στα κατώτερα «βασικά» του ένστικτα, η βιομηχανία τού θεάματος καταλήφθηκε (ουχί εξ απήνης) από ηρωοποιημένους κατά συρροήν δολοφόνους, όμως το «καλό» θέατρο ΉΤΑΝ ΠΑΝΤΟΤΕ ΠΟΙΗΤΙΚΟ!!! Και μόνον αυτό διασώθηκε από την περιοδική ανακύκλωση τού αδέκαστου Χρόνου (ο μόνος αλάθητος Κριτής, η «δαιμόνια μηχανή» κατά Κοκτώ, η Νέμεσις, στην οποία υποτάχθηκαν ακόμα κι οι εξαφανισμένοι, πάλαι ποτέ ενδοξότατοι Ολύμπιοι θεοί)…

Ο Αριστοφάνης, ο Μένανδρος, ο Πλαύτος, ο Τερέντιος, ο Γκολντόνι, ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος και η κωμωδία παρεξηγήσεων, επιβιώνουν ακόμη, από τα «εξ αμάξης» που άκουγαν οι νεοφώτιστοι στα Ελευσίνια Μυστήρια έως τις σημερινές γονιμολατρικές κοινωνικές εκδηλώσεις, όσες ενστερνίζεται η σημερινή Βιομηχανία τού Θεάματος.

Οι σύγχρονες «Πολιτιστικές Βιομηχανίες» αξιοποιώντας τον Τουρισμό, την όποια ευμάρεια προκύπτει από τις φαινομενικές συναλλαγματικές διαφορές, ή περιοδικές ανισομέρειες βιοτικού επιπέδου μεταξύ πληθυσμών, η εργασιακή-οικονομική-ερωτική-πολιτισμική κινητικότητα συμβάλλει στην επανακαθιέρωση πολιτιστικών μορφών, ειδών, επιτευγμάτων που είχαν αποδειχθεί κάποτε λειτουργικά, αποτελεσματικά στην επίτευξη τής όποιας πρόσκαιρης κοινωνικής ειρήνης (αφού «Πατήρ πάντων Πόλεμος», σύμφωνα με τον Ηράκλειτο)… φαίνεται λοιπόν πως η Θεωρία κι η πρακτική εφαρμογή τής Πολιτιστικής Διαχείρισης εμπλέκει ως προς την διεπιστημονικότητά της την Επικοινωνιολογία, την Κοινωνιολογία, την Γλωσσολογία, την Μεταφρασεολογία.

Τελικά, όλα είναι θέμα «μετάφρασης»: Ο Αριστοφάνης μεταφράζει (διακωμωδώντας τον) τον Ευριπίδη, που μεταφράζει τον Σωκράτη, που συνεχίζει το έργο των λεγομένων «Προσωκρατικών Φιλοσόφων» (αμφισβητιών – σε γενικές γραμμές – τού Δωδεκαθέου, που δεν έγινε ποτέ «επίσημη» θρησκεία – επί ποινή αποκλεισμού – των Ελλήνων ή μη-Ελλήνων)… Ο Μένανδρος «μεταφράζει» τον Αριστοφάνη, ο Πλαύτος και Τερέντιος τον Μένανδρο… Ο Σενέκας μεταφράζει τον Ευριπίδη…

Κι αν απορούμε πώς απέκτησε την όποια αρχαιογνωσία του ο Σαίξπηρ, η απάντηση είναι στον «Άμλετ»: μια ενδοκειμενική μελέτη τού μπουλουκιού των πλανόδιων επαγγελματιών θεατρίνων (πρόκειται σαφώς για «οικογενειακή βιοτεχνία») αναδεικνύει την ξεχασμένη σημασία τής ΠΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, πολύ πριν τον Γουτεμβέργιο.

Οι πλανόδιοι μίμοι, παντόμιμοι, μιμάδες, ακροβάτες, ζογκλέρ-joculatores, οι τσιρκολάνοι clown, οι τρελοί με τα κρεμασμένα κουδούνια, οι εταίρες με τις ανάγλυφες σόλες που άφηναν αποτυπωμένο στην άμμο το «ακολούθει μοι», οι «καλλιτέχνες» του βυζαντινού Ιπποδρόμου, της Ρωμαϊκής Αρένας, των θρησκευτικών αναπαραστάσεων, των καρναβαλικών δρώμενων, οι συμμετέχοντες κι οι συμμετέχουσες σε πανάρχαια γονιμολατρικά δρώμενα που επιβιώνουν κατά τόπους από την εποχή τής θρυλούμενης Μητριαρχίας… όλοι/όλες/όλα αυτά είναι ψηφίδες σε ένα τεράστιο μωσαϊκό, το οποίο ζούμε πολύ λίγο για να το διατρέξουμε έστω και με τοι βλέμμα.

Το μόνο που κάνουμε εμείς εδώ, που επιλέγουμε να πράξουμε, είναι να προσθέσουμε τον δικό μας κόκκο άμμου σε μια συμπαντική θαλασσογραφία που μας υπερβαίνει. Ηρωικό το έργο που έχουμε αναλάβει, στο χώρο τού ιερού.

 

Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας, ποιητής, θεατρολόγος, μεταφρασεολόγος και κριτικός.

https://konstantinosbouras.gr