Στη δεινή κι επίμονη αρχαιολόγο Καλλιόπη Παπακώστα, συνεργάτιδα και φίλη δια βίου

 

Την ώρα που καιγόταν το Σεραπείον

Ήρθεν ορδή βαρβάρων

Να συλήσει το προσκύνημα

                        Τού στρατηλάτη,

Να σπάσει τα αγάλματα τών αυτοκρατόρων

Και να γκρεμίσει τα ιερά…

 

Φύλακες Τάφου όμως αγρυπνούσαν

Κι οι ιερείς εξετέλεσαν

Το προ πολλού οργανωμένο

Σχέδιο παραπλάνησης.

 

Δεν ηξεύρω εάν και κατά πόσον

Ο Θεοδόσιος

Από το Βυζάντιο συναινούσε,

Μέγας όμως εκείνος,

Μέγας κι ο επιφανής νεκρός,

Δεν μπορεί,

Κάποια αλληλεγγύη

Μεταξύ ενδόξων

Θα εχρονοτριβούσε

Το έργο τής Καταστροφής

Το βδελυρό…

Ένα φέρετρο άδειο

Προς την όαση

Πέρασε φανερά μέσα

Από τα εξαγριωμένα πλήθη,

Μα δεν τους ένοιαζε

Αν σπάσει η λάρναξ

Και χυθεί το σιτεμένο μέλι

Έξω,

Μήτε το πνεύμα του ξένου

Κι άσημου νεκρού

Θα εδυσανασχετούσε

Να βρει ένα τέτοιο δοξασμένο

Τέλος μετά θάνατον…

 

Οι ιερείς όμως οι πιστοί

Έθαψαν την ορθή λάρνακα

Από ορεία κρύσταλλο

Μέσα στο παλάτι

Περνώντας μέσα από το πηγάδι

Στις Κατακόμβες,

Ακριβώς κάτω από τη θόλο

Που ήταν στη γωνία

Τού περιπτέρου ναού

Κι έβλεπε Ανατολή, Νότο

Και Δύση, όχι όμως και τον

Παγωμένο Βορρά,

Τον ελληνικό…

 

Εκεί θα βρεθεί ο τάφος

Τού Μεγαλέξαντρου,

Στο Σαλαλάτ (εις αλάτην),

Στον ίδιο εκείνον κήπο

Τού παλατιού τών Πτολεμαίων

Με τα τρεχούμενα νερά.

 

Κι ό νεκρός τότε θ’ αναγαλλιάσει.

 

Αλεξάνδρεια, Απρίλιος τού 2019.

 

Κωνσταντίνος Μπούρας

www.konstantinosbouras.gr