Από τον θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα
Το τυπωμένο έργο των λογοτεχνών είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Συγγραφέας είσαι, δεν γίνεσαι. Είναι ο τρόπος που κοιτάς τα πράγματα κι η ιδιαιτερότητα που εκπέμπεις. Το οράν και το οράσθαι. Το είναι και ουχί το έχειν και κατέχειν. Τα βραβεία κι οι τιμητικές διακρίσεις είναι απλές κοινωνικές εκδηλώσεις όπως οι γάμοι και τα βαφτίσια. Όμως ο συγγραφέας τρέφεται στη μοναξιά και στη σιωπή. Καλλιεργεί τον πόθο μέσα του και βιώνει την ηδονή της ύπαρξης μέσα στο απειροελάχιστο κλάσμα του δευτερολέπτου που ο δημιουργικός πυρετός κατεβαίνει ως κεραυνός και ταράσσει τα μέλη. Η δραματικότητα που εκπέμπουν ελάσσονες και μείζονες συγγραφείς είναι σύμφυτη με το έργο τους, είναι το αποτύπωμά τους στον κόσμο της ύλης. Και το χιούμορ είναι η σηματωρός του συγγραφικού ταλέντου. Είχα την τύχη να γνωρίσω πολλούς συγγραφείς από κοντά: τον Αντώνη Σαμαράκη που με συμβούλευε στα εφηβικά μου πετάγματα και προσπαθούσε να με αποτρέψει από την ποίηση (εις μάτην), τον Βασίλη Ζιώγα, τον Γιάννη Πάνου (ομιλώ μόνο για τους μεταστάντες)… Όλοι είχαν χιούμορ, ακόμα κι όταν έδειχναν σοβαροί. Όλοι είχαν συνείδηση της ανθρώπινης κωμωδίας. Η σοβαροφάνεια είναι για τους μέτριους. Η βραβειοθηρεία για τους ανεπαρκείς. Η ματαιοδοξία για τους ματαιοκάματους. Το αυθεντικό ταλέντο παλινωδεί μεταξύ δράματος και κωμωδίας. Όλα τ’ άλλα είναι τεχνητά κι αφύσικα, παροδικά κι αναλώσιμα.
Ένας από τους συγγραφείς που με τιμούν με τη φιλία τους είναι και ο Χρήστος Ναούμ, διακεκριμένος δερματολόγος-αφροδισιολόγος και γνώστης της ανθρώπινης ψυχής, από κέφι και μεράκι. Είναι επίσης ένας ταλαντούχος πεζογράφος με δύο ήδη ευπώλητα μυθιστορήματα στο ενεργητικό του: πρώτα ήρθαν οι σουρεαλιστικές αλλά ουδέποτε γελοιογραφούμενες φιγούρες των αλλόκοτων όντων, που μοιάζουν εν τούτοις περιέργως πώς αληθοφανείς από το τσιφορικό και ταχτσικό «Αχ αυτές οι βασίλισσες». Ακολούθησαν οι απολύτως ρεαλιστικές αλλά όχι λιγότερο απογειωμένες υπάρξεις που στοιχειώνουν το ερεβώδες «Γιαρντίμ. Οι φλόγες της Ανατολής». Και τώρα, όπως ορθώς είχα προβλέψει, το συγγραφικό εκκρεμές γύρισε πάλι στην κωμωδία. Μακριά από την κωμωδία χαρακτήρων και καταστάσεων, πέρα από το μπουλβάρ και τα εύπεπτα θεατρογραφήματα που αναδίδουν μυρωδιά τηλεοπτικής σειράς, ο καλός συγγραφέας βυθίζει το νυστέρι του στην παθολογία της νεοελληνικής μικροαστικής τάξης. Μιας τάξης γνωστής για τους ανίερους συμβιβασμούς και τον ανήθικο κομφορμισμό της. «Τα καλά και συμφέροντα…», αυτός θα μπορούσε να είναι ο υπότιτλος αυτού του θεατρικού, όπου πρωταγωνιστούν τρία τέρατα, τρία εξαμβλώματα θα έλεγα «της διπλανής πόρτας»: η ευνουχιστική μάνα που καταλαβαίνει μόνο όσα θέλει, ο αμφιφυλόφιλος γιος που έχει ένα πρόβλημα ταυτότητας (μπορεί και δύο …προβλήματα) και η βιασμένη κόρη που το ρίχνει στη θρησκοληψία και φθονεί τον αδελφό της μέχρι εγκλήματος. Όχι, δεν γίνονται φονικά σ’ αυτό το έργο. Μόνο παρ’ ολίγον …γάμοι, που αποσοβούνται την τελευταία στιγμή πριν ανοίξει ένα ακόμα κακορίζικο σπιτικό θεμελιωμένο στα ψέματα, πριν ανάψει μια ακόμα πυρκαγιά που θα πυρπολεί τις αθώες ψυχές των άμοιρων απογόνων για γενεές δεκατέσσερις.
Μαύρη κωμωδία; Γέλιο με δαγκωμένα χείλη; Ένα δάκρυ που πάει να κυλήσει και μετατρέπεται σε σαρκασμό; Ο γιατρός Χρήστος Ναούμ είναι πολύ ευαίσθητος για να μην εκπίπτει στο μελό και πολύ ρεαλιστής για να μη χρειάζεται να γίνει κυνικός. Η γνωστή φιλανθρωπία του, η αμέριστη συμπαράσταση στη ζωή (σε όλες της τις εκφάνσεις), η αθώωση εν τέλει όλων των έμβιων όντων που κάνουν ό,τι μπορούν σε αυτόν τον δύσκολο αλλά πανέμορφο πλανήτη αυτή την κρίσιμη στιγμή, τον οδηγούν κι εδώ με ασφάλεια στη συγγραφική «Ιθάκη» του: στο τέλος όλοι είναι ικανοποιημένοι κι ό,τι καταλάβουν …κατάλαβαν. Ό,τι δεν θέλουν να κατανοήσουν, να γνωρίσουν ή να πιστέψουν παραμένει στη σφαίρα του ιδεατού. Κανείς δεν ζορίζει κανέναν για τίποτα. «Αφού η ζωή είναι τόσο σύντομη και μόνο μια κακία μένει, γιατί βιαζόμαστε να κάνουμε τόσο ντόρο με την αδιάφορη ύπαρξή μας;». Αυτό φαίνεται να λέει κάτω από τις γραμμές του ευχάριστου αυτού κειμένου ο δόκιμος (και θεατρικός) συγγραφέας. Χιούμορ, συχώρεση και καλή καρδιά. Αυτό είναι το ηθικό δίδαγμα, η κεντρική ιδέα και η αδιασάλευτη αισθητική θέση του Χρήστου Ναούμ.
Κι ήγγικεν η ώρα να δούμε το τυπωμένο έργο στο θέατρο. Η ιδέα πήρε σάρκα και οστά στο ατμοσφαιρικό θεατράκι «Εξ Αρχής» απέναντι από το μαγειρείο του Μπαρμπαγιάννη στα Εξάρχεια. Απόλαυση. Καθαρή κι αμιγής. Ψυχαγωγία και διασκέδαση. Απλότητα και ταπεινότητα. Ρεαλιστικότητα και σουρεαλισμός. Νατουραλισμός κι απογείωση. Η σκληρότητα της καθημερινότητας δίνει μια άλλη ποιητικότητα στους αληθοφανέστατους χαρακτήρες κι η πειστικότητα των διαλόγων θυμίζει τις παλιές καλές ασπρόμαυρες ταινίες του Φίνου, ή τους «νούτικους» ηθοποιούς της Αθηναϊκής Επιθεώρησης να αυτοσχεδιάζουν κατά το δοκούν. Μόνο που οι τρεις καλοί ηθοποιοί έκαναν εξαντλητικές πρόβες και παρέμειναν απολύτως πιστοί στο πρωτότυπο: Ελένη Τσακάλου (θεϊκή – θύμιζε την Δέσποινα Στυλιανοπούλου σε αυθορμητισμό και λαϊκή αγνότητα), Βασίλης Μαστρογιάννης (το παιδί της διπλανής πόρτας με τα όχι καλά κρυμμένα μυστικά, τόσο συνηθισμένος που μοιάζει εξωπραγματικός) και η Νάντια Μεχάνι (σε ρόλο κακοποιημένου παιδιού που ντύνεται δόκιμη καλόγρια για να τραβήξει την προσοχή κι όταν εξομολογείται το δράμα της αναζητεί νέο βασανιστήριο για να καλύψει το υπαρξιακό της κενό και να αυτοθυματοποιηθεί για άλλη μια φορά).
Ο υπόγειος χώρος, λιλιπούτειος, καλοστημένος, ρεαλιστικά ασφυκτικός, φέρνει κοντά ηθοποιούς και θεατές, το παραμικρό γίνεται αντιληπτό, δεν υπάρχουν όρια, το γέλιο εκρηκτικό και η χαρά αλώβητη από την Κρίση: η χαρά της ύπαρξης, η ηδονή του αναπνέειν, του υπάρχειν, του ερωτεύεσθαι. Από τις σπάνιες φορές που βγαίνοντας από το θέατρο αναθεωρώ την καθημερινή κατήφεια. Τίποτα δεν είναι μοιραίο εφ’ όσον υπάρχει ο θάνατος, τίποτα δεν είναι αφόρητο σε σύγκριση με την αιωνία σιωπή. Γελάτε, κραυγάστε, θυμώστε, φιλιώστε, εκτονωθείτε, αγαπήστε, γιατί χανόμαστε! Αυτό μοιάζει να είναι το μήνυμα του Χρήστου Ναούμ και των καλών, άξιων συντελεστών αυτής της παράστασης που θα διαδοθεί και θα αγαπηθεί από κοινό και κριτικούς. Το καλό επιβάλλεται αυτομάτως. Το κακό πρέπει να επιδοθεί σε ίντριγκες. Ευτυχώς, ο Χρήστος Ναούμ επαφίεται μόνο στο ταλέντο του.
Άξιοι όλοι οι ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Σκηνοθεσία, Μουσική επιμέλεια: Ντίνος Σπυρόπουλος
Σκηνικό, Κοστούμια: Κοσμάς Πανωρίδης
Φωτισμοί: JohnMackenzie
Βοηθός Σκηνοθέτη: Αιμιλιανός Λήτος
Ερμηνεύουν: Ελένη Τσακάλου, Βασίλης Μαστρογιάννης, Νάντια Μεχάνι.
Από τις λίγες παραστάσεις που θα ήθελα να ξαναδώ πολλές φορές, κάθε βράδυ, για να έχω ευτυχισμένον και γαλήνιον ύπνο.
Κωνσταντίνος Μπούρας