Από τον θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα
Εκεί που δεν άντεξε να φτάσει η Κατερίνα Ευαγγελάτου στον αιρετικό, εκσυγχρονισμένο «Φάουστ» του Γκαίτε, έφτασε ο ρηξικέλευθος Κωνσταντίνος Ρήγος με το αριστούργημα του Σαίξπηρ, που μόνο ρομαντικά μπορούσαμε μέχρι τώρα να το δεχθούμε, ξεχνώντας βεβαίως ότι το ελισαβετιανό θέατρο και το ταραχώδες κοινό του, ήταν ένα «θέατρο της σκληρότητας», μακριά πολύ από κάθε κοινωνική ευπρέπεια (εντός κι …εκτός σκηνής). Το Political correct αλλάζει από εποχή σε εποχή κι από πολιτισμό σε πολιτισμό… Ευτυχώς. Αλλιώς θα πλήτταμε κι η Τέχνη θα ήταν κάτι μουσειακά στατικό.
Το χυδαίο γυμνό και η τσογλανιά των συμμοριών Καπουλέτων και Μοντέγων, αναδεικνύεται χορογραφικώς από τον Κωνσταντίνο Ρήγο, με την άψογη μεταμοντέρνα αισθητική του, που προσπερνάει το κιτς και το χυδαίο για να αναχθεί σε έναν άλλον, υψηλότερο κώδικα απολύτως αναγνωρίσιμο. Μάλιστα. Εγώ, που έχω μάλλον συντηρητικά γούστα («εν αρχή ην ο θεατρικός λόγος» και τέτοια…), όχι μόνον δεν σοκαρίστηκα από τα αποτέλεσμα (όπως κάποιες πειραιώτισσες κυρίες, λάτρεις του επισκόπου τους, αίτιναι εβιάσθησαν να εγκαταλείψουν άρον-άρον την γκλαμουράτη αίθουσα του ανακαινισθέντος «Δημοτικού Θεάτρου Πειραιώς)… όχι μόνον δεν ένιωσα αποτροπιασμόν και θεατρικήν φρίκην, έτσι πού να βγω μετά να βρίζω Χουβαρδάδες, Βέλτσους και άλλα συναφή είδη, αλλά χειροκρότησα άνευ επιφυλάξεως ένα θέμα βγαλμένο λες από τις υποβαθμισμένες αστικές συνοικίες, με τη βία και τη μισαλλοδοξία να χτυπάνε κόκκινο.
Ακόμα και το μελοδραματικό τέλος φωτίστηκε από μιαν άλλη, απροσδόκητη οπτική γωνία: της αναπότρεπτης έλξεως από το Σκότος, που καταβαραθρώνει κάθε υποψία φωτός που θα …ξεμυτίσει, ως δειλή φλογίτσα, έστω. Αυτή η παράσταση μου έλυσε και την απορία ενός ανωνύμου γράφοντος σε γκράφιτι από τοίχο των Εξαρχείων, όπου κατοικώ και διαμένω: «Γιατί άραγε όταν ο Ρωμαίος ερωτεύεται την Ιουλιέτα ζει πάντοτε ένα δράμα;». Μα είναι πάρα πολύ απλό καλέ μου. Γιατί ο Έρωτας, ο αυθεντικός χυμώδης έρωτας, με …τα όλα του, είναι η πλέον επαναστατική πράξις στο Σύμπαν το πλατύ, γιατί συνενώνει τα ετερόκλητα και συμφιλιώνει τα μισούμενα, δημιουργώντας ακατανίκητον βαρυτικήν έλξιν, εκεί όπου μόνον οι φυγόκεντρες δυνάμεις και η άπωσις εβασίλευον μέχρι πρότινος. Κβαντική Φυσική. Χάρη σε αυτόν τον Ορφικό (απολύτως υλο-ενεργειακό και καθόλου μετα-φυσικό) Έρωτα, θαυμάζουμε κάθε νύχτα τον έναστρο ουρανό. Όπου βλέπουμε φως, δύο τουλάχιστον άτομα εθυσίασαν το «εγώ» και την ατομικότητά τους για την Αγάπη, πυραναλωνόμενοι στην πυρκαγιά ενός έρωτα αναπότρεπτου κι αναπόδραστου. Γι’ αυτό ζουν πάντα ένα δράμα ο Ρωμαίος κι η Ιουλιέττα: γιατί η ηδονή τους με οδύνη πληρώνεται κι η μοιραία γνώσις με θάνατον εξαγοράζεται. Τόσο απλά, αρχετυπικά και τελεσίδικα. Όλα τα άλλα είναι φιλολογίες για ανοργασμικές κυράδες. Κι αν σας ομιλώ, εις τόνον υψηλότερον του συνήθους, είναι γιατί αν ήμουν σκηνοθέτης και είχα τα κότσια, έτσι θα σκηνοθετούσα το σαιξπηρικό δράμα.
Εύγε Κωνσταντίνε Ρήγε. Μετά από διάφορες κιτς περιπλανήσεις σου, βρήκες επιτέλους το δρόμο προς το αυθεντικό θέατρο της σκληρής ερωτικότητας, της φιλοσοφικής καθαρότητας, της εκφραστικής απλότητας, της ελληνορωμαϊκής ομορφιάς. Έρρωσο!
Μετά ενθουσιώδους μανίας,
Κωνσταντίνος Μπούρας
www.konstantinosbouras.gr
Info από τον επίσημο διαδικτυακό τόπο του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά
http://www.dithepi.gr/el/events/?eid=4276
ΡΩΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΕΤΑ σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου
Κάπου, σε μια παράξενη χώρα, δύο Ιουλιέττες, επτά Ρωμαίοι, ένας ιερέας, μια υψίφωνος, μια μέτζο σοπράνο και 34 νέοι ηθοποιοί, ερωτεύονται, τραγουδούν, χορεύουν, παλεύουν συγκρούονται, παθιάζονται, αναζητούν την ζωή….
Μαζί τους …… ο Ακύλλας Καραζήσης και η Μαρία Σκουλά.
Σύνθεση και εκτέλεση μουσικής Γιώργος Κατσής, Αντώνης Σταμόπουλος
Κάπου, σε μια παράξενη χώρα, σε ένα προάστιο μιας μεγαλούπολης, ανάμεσα σε παλιές πολυκατοικίες κι εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα, οι άνθρωποι αναμετρώνται με τις αντιφάσεις τους.
Γιατί τίποτε δεν είναι οικείο: τα τοπία στερούνται ομορφιάς, ήλιος ποτέ δεν ξημερώνει, η μουσική ενοχλεί αντί να ευφραίνει, ο ρομαντισμός χλευάζεται, το machismo εξαίρεται, ο έρωτας απαγορεύεται, το μίσος επιβάλλεται απ’ την παράδοση και η εξουσία –αόρατη, μα πανταχού παρούσα– προάγει και τιμωρεί ταυτόχρονα το ξέσπασμα της βίας.
Στον δυσοίωνο αυτόν τόπο, όπου η δημόσια τάξη διασαλεύεται κάθε μία νύχτα, ένα ζευγάρι πάει κόντρα στην παράδοση και επαναστατεί με τον δικό του τρόπο. Tι μπορεί να συμβεί όταν όλα ανατρέπονται;
Όταν ένα ερωτευμένο ζευγάρι πάει κόντρα στην παράδοση και επαναστατεί με τον δικό του τρόπο; Τι φέρνει αυτή η επανάσταση; Και ποιος θα συνεχίσει την παράδοση;
Το έργο του Σαίξπηρ, στη μετάφραση του Δ. Βικέλα, όπως δεν το έχουμε ξαναδεί, σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Ρήγου, και με μια ομάδα νέων ταλαντούχων ηθοποιών.
Ο Κωνσταντίνος Ρήγος για την παράσταση:
Δεν είδα ποτέ τον έρωτα του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας ως μια ρομαντική ιστορία, αλλά ως μια πράξη «βίας ενάντια στη βία της εξουσίας». Εξαρχής με γοήτευε αφενός η περιγραφή της βεντέτας που ταλανίζει μια ολόκληρη κοινωνία κι αφετέρου η ιδιότυπη αίσθηση του χρόνου που αναδύει το έργο.
Ο πατριαρχικός κόσμος του έργου, ένας κόσμος καμίας επιλογής και καμίας διαφυγής, κυριαρχείται από το μίσος με το οποίο γαλουχούνται οι ήρωες («οι άλλοι είναι εχθροί»), από το αναπόφευκτο της ακραίας σύγκρουσης («θα σκοτώσω ή θα σκοτωθώ»), από την έννοια του «φέουδου» που πρέπει να προστατευτεί πάση θυσία, από τους θανάσιμους νόμους του «ανδρισμού», από την αδυναμία μεταστροφής του μέλλοντος. Η ατμόσφαιρα αυτή διαποτίζει όλους τους χαρακτήρες που συμμετέχουν στο «φέουδο», πολώνει τις κοινωνικές τους σχέσεις (ακόμη και οι πιο στενές σχέσεις συνιστούν ένα «προπονητήριο» για ό,τι βεβαιωμένα έπεται να συμβεί στους δρόμους) και τους καθιστά ερωτικά ανενεργούς αποσυνδέοντας τη σεξουαλική πράξη από το φλερτ και ταυτίζοντας την ηδονή με την επιθετικότητα και τη φαλλική βία. Αυτή η σύγκρουση μεταξύ του να είσαι «άντρας» για λογαριασμό του πατέρα και του να είσαι άντρας για μια γυναίκα, βρίσκεται στην καρδιά του έργου.
Ταυτόχρονα, ο χρόνος μοιάζει να μην κυλά όσο δεν ξεσπά η βία, ενώ από τη στιγμή που «το κακό» ενσκήπτει, ο χρόνος γίνεται λίγος και πολύτιμος. Τις μέρες που εκτυλίσσεται η δράση, κανένας ήρωας δεν πέφτει για ύπνο. Το κατεπείγον γίνεται η νόρμα. Κάθε τι στο έργο είναι έντονο, ανυπόμονο, απειλητικό, εκρηκτικό.
Οι εκπρόσωποι της εξουσίας είναι απομακρυσμένοι, σαν «Μεγάλοι Αδερφοί»: ο πρίγκιπας είναι αθέατος και οι γονείς κινούμενες εικόνες που δίνουν εντολές και μοιάζουν σαν ποτέ να μην έχουν αγκαλιάσει το παιδί τους.
Ο έρωτας του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας είναι μια εναλλακτική που ουσιαστικά δεν υφίσταται. Γι’ αυτό και από τη στιγμή που τον βιώνουν, τους είναι αδύνατον να «γυρίσουν πίσω» και να επιστρέψουν σ’ ένα μέλλον βέβαιο, στερημένο, που θα καταστήσει σταδιακά και τους ίδιους κινούμενες εικόνες που δίνουν διαταγές. Απαντούν με «βία» στη βία.
Για μια φορά στη σαιξπηρική τραγωδία, αυτό που μετράει δεν είναι το τι είσαι, αλλά το σε τι κόσμο ζεις. Στη μνήμη μας μένει η έξαψη, ο πόθος, οι ταραχές, η κατάπνιξή τους, οι καυγάδες στους δρόμους, τα βρώμικα αστεία, το γκροτέσκο στοιχείο, το καταπιεσμένο συναίσθημα, το αίμα, τα σπαθιά, οι δάδες, τα πλήθη που συρρέουν μετά από κάθε συμβάν, ο σεξουαλικός πόθος, ο αποχωρισμός υπερφορτισμένων κορμιών.
Και μετά όλοι οι απόγονοι του «φέουδου» πέθαναν, δεν έμεινε πια κανείς για να συνεχίσει τη βεντέτα…
Ένα ζευγάρι πάει κόντρα στην παράδοση και επαναστατεί με τον δικό του τρόπο.
“Τέτοιες χαρές ορμητικές ολέθρια τελειώνουν”
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Δημήτριος Βικέλας
Σκηνοθεσία-Χορογραφία-Σκηνογραφία: Κωνσταντίνος Ρήγος
Δραματουργική επεξεργασία: Έρι Κύργια
Συνεργάτης σκηνογράφος: Μαίρη Τσαγκάρη
Κοστούμια: Γιώργος Σεγρεδάκης
Φωτισμοί: Χρήστος Τσόγκας
Σχεδιασμός Ήχου: Studio 19
Βοηθός Σκηνοθέτη: Έλενα Σκουλά, Άγγελος Παναγόπουλος
Βοηθός Χορογράφου: Μαρκέλα Μανωλιάδη
Συμμετέχουν με αλφαβητική σειρά:
Αχτάρ Αλέξανδρος, Επιθυμιάδη Δανάη, Καραούλης Γιάννης, Καραχανίδης Αναστάσιος, Κατσής Γιώργος, Παναγιώτης Μπρατάκος, Παϊταζόγλου Κίττυ, Πλεμμένος Κωνσταντίνος, Σταμόπουλος Αντώνης.
Πατήρ Λαυρέντιος: Ιερώνυμος Καλετσάνος
Παραμάνα: Άρτεμις Μπόγρη (μέτζο σοπράνο) / Λητώ Μεσσήνη (υψίφωνος)
Διεύθυνση παραγωγής, βοηθός σκηνοθέτη: Άγγελος Παναγόπουλος
Βοηθός χορογράφου: Μαρκέλα Μανωλιάδη