Ένας σοφόκλειος «Οιδίπους επί Κολωνώ» γέμων συμβόλων προς αποκρυπτογράφησιν από το μυημένο κοινό. Ο «επαρκής θεατής» βρίσκει την ευκαιρία να καταδυθεί στον γάργαρο εκφερόμενο λόγο και να προβληματιστεί για τα διαχρονικά «οικεία κακά», το αγεφύρωτο μίσος, τη διχόνοια, τη μισαλλοδοξία, το φόβο του διαφορετικού, τη δαιμονοποίηση του αντισυμβατικού, την αυτό-εξόριση του «αποδιοπομπαίου φαρμακού», που αγιοποιείται στο τέλος μετά την ανήκεστο βλάβη της υγείας του και την συνεπαγόμενη θυσία του υπέρ του κοινού καλού.

Από τον ποιητή, θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα…

 

Σπανίως απολαμβάνω πια το λόγο των κλασικών μας τραγικών ποιητών σε μετά-μετά-μετά-μοντέρνες παραστάσεις από δοκησισόφους και δήθεν διανοούμενους. Προτιμώ να βυθιστώ στην κατά μόνας ανάγνωση του πρωτοτύπου προκειμένου να προβληματιστώ και να απολαύσω την αισθητική αρμονία αυτών των αθάνατων μνημείων λόγου και τέχνης.

          Πήγα στην παράσταση του Σταύρου Τσακίρη αθώος, προσήλθα ως “tabula rasa” ευθυτενής κι ανεπηρέαστος από «κριτικές» και άλλες αυθαιρεσίες.

          Στάθηκα ευλαβικός απέναντι σε αυτό το κολοσσιαίο έργο, ακατάληπτο εν πολλοίς σήμερα για όσους δεν έχουν εντρυφήσει στα ιστορικά, πολιτικά και κοινωνικά συμφραζόμενα εκείνης της μακρινής εποχής που γράφτηκε.

          Εμένα ο Κώστας Καζάκος μού άρεσε και πείτε ό,τι θέλετε… Αυτό το τέρας υποκριτικής τέχνης με την υπέροχη ορθοφωνία και τη σωστή εκφορά του λόγου (τόσο σπάνιο σήμερα που έπαψε να είναι αυτονόητη προϋπόθεση συμμετοχής σε φεστιβαλικές παραστάσεις), αυτός ο έμπειρος μαχητής του Θεάτρου έδωσε όλο το βάθος και την αγωνία του γέροντα που σαπίζει ζωντανός κι αναγκάζεται να εκλιπαρεί ξένους αφέντες, αυτός που ήταν κάποτε βασιλιάς και τύραννος, με δικαίωμα ζωής και θανάτου επί των υπηκόων του. Θυμηθείτε πως καταδίκασε ο ίδιος τον εαυτό του νομίζοντας πως επικηρύσσει το δολοφόνο του Λάιου και πατέρα του… θυμάστε πώς τα έβαλε με τον τυφλό θεόπνευστο δίφυλο μάντη Τειρεσία και τον κατηγόρησε για συμπαιγνία με τον άντρα της αδελφής του, τον Κρέοντα… Χάρη στο Θησέα και την ευνομούμενη Αθήνα βρίσκει άσυλο και καταφύγιο στα γεράματά του…

          Ο Σταύρος Τσακίρης σε συνεργασία με την θεατρολόγο Δήμητρα Πετροπούλου επεξεργάστηκε τη μετάφραση που φιλοτέχνησε ο πολυάσχολος Δημήτρης Δημητριάδης και τής προσέδωσαν ένα μυσταγωγικό βάθος και μια αποκρυφιστική διάσταση…

… Αλλά η παράσταση του αρχαίου δράματος είναι ούτως ή άλλως πλέον «ενός ανδρός αρχή» και ο Σταύρος Τσακίρης ως σκηνοθέτης πήρε ένα μάλλον ανιαρό και αδιάφορα για τα δικά μας πολιτικοκοινωνικά συμφραζόμενα κείμενα και το κατέστησε υπέρ-σύγχρονο προσθέτοντας περίεργες «μεταμοντέρνες» μάσκες στον ολιγομελή χορό, έβαλε τους επί σκηνής μουσικούς να αρθρώνουν μια σύγχρονη, ασχημάτιστη ακόμα «λειτουργία» της πανανθρώπινης θρησκείας του Όντως Όντος που έχει αρχίσει ήδη να ανατέλει πάνω από μισαλλοδοξίες, φανατισμούς και δεισιδαιμονίες άλλων εποχών. Τρία φωνήεντα ήταν αρκετά (α – ι – ο-, «άγιον» μήπως;) για να δώσουν μια άλλη παροντική διάσταση στους ούτως ή άλλως «vecchia» τραγωδία, όπως έφτασε σκονισμένη στο σήμερα και την απέφυγαν μέχρι τώρα οι επίδοξοι από-δομητές. Αντιθέτως, ο Σταύρος Τσακίρης προσέγγισε με άπειρο σεβασμό και δέος το πρωτότυπο, αξιοποίησε στο έπακρο έναν έμπειρο ηθοποιό από το παρελθόν που σκοπεύει βαθιά στο μέλλον, έδωσε μια ενδιαφέρουσα «όψιν» στην παράσταση κι έστησε με τη μουσική τον σκηνικό διάκοσμο ενός σύγχρονου, απροσδιόριστου «ναού». Τα ρόδια, ως δώρα του Πλούτωνα στην Αφροδίτη παρέπεμπαν στα Ελευσίνια Μυστήρια, τα άσπρα γάντια των αθώων από το χυμένο αίμα και τα κόκκινα γάντια του τυράννου Κρέοντα υποδηλώνουν με μανιχαϊστικούς αλλά έντονα δραματικούς τρόπους το φρικτό νοητικό παιχνίδι που παίζεται εδώ και είκοσι πέντε αιώνες στη «σκακιέρα» της Ανθρωπότητας. Το Φως και το Σκοτάδι πανταχού παρόντα και σε αέναη, αρχετυπική σύγκρουση, χαρίζουν την απαραίτητη εκείνη προοπτική για να ανασάνει ο νους του ανθρώπου και να εκτονωθεί το θυμικό του. Το Φως επικρατεί στο τέλος, κυρίαρχο. Ο Οιδίπους αναλαμβάνεται στους ουρανούς σε πλήρη δόξα. Μεταμορφώνεται σε άγιο και μάρτυρα, αυτός που ήταν ο αποδιοπομπαίος φαρμακός και το μαύρο πρόβατο της γενιάς του, πολύ πριν γεννηθεί, σύμφωνα με τις προφητείες του Απόλλωνα και τα θέσφατα του Μαντείου των Δελφών. Αυτή η χρήση του ανθρώπου ως μαριονέττας στο φρικτό κουκλοθέατρο του κόσμου απέχει πόρρω από την ανατολίτικη μοιρολατρεία, θέτει όμως ορθώς θέματα ελευθέρας βουλήσεως και Ελευθερίας.

          Ελευθερία-Ισότης-Αδελφότητης είναι κάτω από το κείμενο αυτής της παράστασης, τα ιδανικά που μεταλαμπαδεύονται από τη Γαλλική Επανάσταση, το Διαφωτισμό στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη «Αγορά» μας (και με την αρχαία και με τη σύγχρονη έννοια).

          Η παράσταση ήταν τέλεια στο μέτρο του εφικτού. Κανείς δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερο σήμερα, χωρίς να κατακρεουργήσει το κείμενο συντομεύοντάς το κι απαλλάσσοντάς το από τις μουσικές επαναλήψεις και τα γερασμένα μορφώματά του.

          Είχα την τύχη να δω τον Αλέξη Μινωτή να παίζει και να επαναλαμβάνει αυτό το έργο στην Επίδαυρο ελπίζοντας ότι θα δοξαστεί με έναν επί σκηνής θάνατο, δίκην αναλήψεως, κάτι που η μοίρα και η Ιστορία δεν του επεφύλασσε. Τον θυμάμαι το 1990 να επαναλαμβάνει τσάτρα-πάτρα τα λόγια τού υποβολέα στη «Θυσία του Αβραάμ» με την Όλγα Τουρνάκη να στέκει μαρμαρωμένη πάνω στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού περιμένοντας να τελειώσει αυτό το αλλόκοτο δίδυμο για να μπορέσει να πει κι αυτή την ατάκα της. Άδοξο τέλος για έναν πρωταγωνιστή, αυτός ο ρόλος στο έργο του Βιτσέντζου Κορνάρου.

          Ο Κώστας Καζάκος είναι μέγιστος ηθοποιός. Κι αν ξένισε η ερμηνεία του κοινό και κριτικούς είναι φαντάζομαι γιατί έχουμε ξεμάθει να ακούμε κι εθιστήκαμε να καταιγίζεται η ίριδά μας από εικόνες, νομίζοντας ότι έτσι ζούμε και ξορκίζουμε το υπαρξιακό μας κενό. Η μετα-τεχνολογική ψηφιακή και διαδικτυακή μας εποχή δεν έδωσε διέξοδο στον αρχετυπικό φόβο του Θανάτου κι ένα έργο που διαπραγματεύεται αργά και βασανιστικά το επικείμενο τέλος ενός κατατρεγμένου φυγάδα, πρόσφυγα, αυτοεξόριστου δεν είναι ό,τι καλύτερο για τους σύγχρονους ανοήτους, που ως καμηλοπαρδάλεις καλύπτουν το κενό τους με λόγια-λόγια-λόγια, όπως θα έλεγε ο Σαίξπηρ σήμερα αν ζούσε.

          Μην πυροβολείτε τους τελευταίους ανθρώπους που ξέρουν Θέατρο, κατέχουν την αρχαία διονυσιακή τέχνη και δεν είναι έτοιμοι να αυτομολήσουν στην εμπορική ευκολία των πολυδιαφημιζόμενων παραστάσεων από free-press έντυπα κι ακαταλόγιστες επιτηδεύσεις. Οι αφορισμοί βοήθησαν πάντα μόνον τους ανασφαλείς, τους αμόρφωτους, τους άσχετους και τους μισαλλόδοξους.

          Εν κατακλείδι, μια ενδιαφέρουσα παράσταση, βασισμένη σε ένα προβληματικό και «κρυπτικό» για τις μέρες μας κείμενο, που κατάφερε να ξεκλειδώσει ο άξιος πνευματικός άνθρωπος και σκηνοθέτης Σταύρος Τσακίρης με τη βοήθεια της εμβριθούς και σεμνής Δήμητρας Πετροπούλου.

          Τους ευγνωμονώ εκ μέρους των καταρτισμένων ανθρώπων του Θεάτρου που γνωρίζουν τα αρχαία κείμενα απ’ έξω κι ανακατωτά και δεν θέλουν να τα βλέπουν σφαγιασμένα στο βωμό των μωροφιλοδοξιών βιαστικών Ηρόστρατων…

          Θα επανέλθω επί του θέματος αυτού με εκτενέστερο δοκίμιό μου για θέματα σύγχρονης ερμηνείας του αρχαίου δράματος. Τα σημειώματά μου αυτά λειτουργούν μάλλον σα φύλλα ημερολογίου για τη συλλογική μνήμη και όχι μόνο…

Μετά λόγου γνώσεως,

 

Κωνσταντίνος Μπούρας

www.konstantinosbouras.gr

Info:

http://greekfestival.gr/gr/events/view/stauros-tsakiris-2017

 

«Τα πέρατα της ψυχής δε θα βρεις προχωρώντας, όσο μακριά κι αν σε φέρει ο δρόμος»
Ηράκλειτος

Στην τελευταία τραγωδία του Σοφοκλή, ο Οιδίπους φτάνει στο άλσος του Κολωνού, στις παρυφές της πόλεως των Αθηνών, ζητώντας φιλοξενία – ένας «ξένος», τυφλός και ρακένδυτος μετά από δεκαετή περιπλάνηση. Χρειάζεται έναν τόπο ν’ αναπαυθεί, καθώς διαισθάνεται το τέλος να πλησιάζει. Μόνος συμπαραστάτης του η κόρη-αδελφή του Αντιγόνη. Μετά από διαπραγματεύσεις, του επιτρέπεται να κατοικήσει στα «σύνορα», στο μεταίχμιο νομιμότητας και παρανομίας, ζωής και θανάτου. Μέσα από τις συναντήσεις του με τον Θησέα, τον Κρέοντα, τη μικρότερη κόρη-αδελφή του Ισμήνη και τον γιο-αδελφό του Πολυνείκη κάνει ανασκόπηση της ζωής του και στοχάζεται επάνω στο παράλογο του ανθρώπινου βίου. Σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη, που υιοθετεί εδώ τη φόρμα του αφηγηματικού θεάτρου, ο θίασος εξιστορεί στους θεατές αυτή την ιστορία-«παραβολή», σ’ έναν άδειο χώρο, με ελάχιστα αντικείμενα. Οι ηθοποιοί ενδύονται τους ήρωες, που εμφανίζονται κι εξαφανίζονται σαν οπτασίες του ετοιμοθάνατου Οιδίποδα. Η μουσική, σε σύνθεση Μίνωα Μάτσα, εκτελείται ως παράλληλο κείμενο από τις φωνές των ηθοποιών και δίνει στο θέαμα τον χαρακτήρα ενός επικολυρικού ποιήματος. Στον ομώνυμο ρόλο ο σπουδαίος Κώστας Καζάκος.

Με αγγλικούς υπέρτιτλους

Σταύρος Τσακίρης

Οιδίπους επί Κολωνώ / Σοφοκλή

Μετάφραση: Δημήτρης Δημητριάδης
Σκηνοθεσία: Σταύρος Σ. Τσακίρης
Επεξεργασία κειμένου: Σταύρος Σ. Τσακίρης – Δήμητρα Πετροπούλου
Σκηνικά: Κέννυ Μακ Λέλλαν
Κοστούμια: Θάλεια Ιστικοπούλου
Μουσική: Μίνως Μάτσας
Φωτισμοί: Aλέκος Γιάνναρος
Δραματουργός: Λουίζα Αρκουμανέα
Μάσκες: Εύα Νικολοπούλου
Αφίσα: Αλέξανδρος Ψυχούλης
Μουσική προετοιμασία: Μάριον Πελεκάνου
Μουσική διδασκαλία: Bαλέρια Δημητριάδου
Αγγλικοί υπέρτιτλοι: Δήμητρα Πετροπούλου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Χάρης Πεχλιβανίδης
Φωτογραφίες – Βίντεο: Πάτροκλος Σκαφίδας
Επικοινωνία: Άρης Ασπρούλης
Παραγωγή: Venus A.E.
Διανομή (Με Σειρά Εμφάνισης): Ξένος: Δημήτρης Λιγνάδης,Οιδίπους: Κώστας Καζάκος, Αντιγόνη: Κόρα Καρβούνη, Ισμήνη:Τζένη Κόλλια, Θησέας: Άρης Τρουπάκης, Κρέων: Δημήτρης Ήμελλος, Πολυνείκης: Δημήτρης Λάλος
Χορός Ψαλτών: Πέτρος Δασκαλοθανάσης , Παναγιώτης Διαμαντόπουλος , Θεόδωρος Παλτόγλου, Κωνσταντίνος Τριανταφυλλίδης
Χορός Πολιτών: Αντριάνα Ανδρέοβιτς , Βαλέρια Δημητριάδου, Παναγιώτης Καμμένος, Ορέστης Καρύδας, Αγγελίνα Κλαυδιανού
Δ/νση παραγωγής: Γιώργος Σύρμας