Από τον κριτικό λογοτεχνίας Κωνσταντίνο Μπούρα
Από τον τίτλο ήδη φαίνεται η φιλοσοφική διάθεση του ποιητή Βαγγέλη Χρόνη και η ενασχόλησή του με τον Χρόνο, ως καταμετρητή του επερχόμενου Θανάτου. Αυτή η εναγώνια αισιοδοξία οδηγεί σε μια παμφωτοχυσία δοξολογιών προς τη Ζωή, σε μια επικούρεια κατάφαση στο «τώρα», σε μια απολύτως ανθρωποκεντρική κι ελληνορωμαϊκή ενατένιση του σώματος και των ανθρωπίνων, γενικότερα.
Η λακωνικότητα και ευλογοφάνεια της ιδιολέκτου φαίνεται εξαρχής από το motto: «…με άλλα λόγια / πες αυτό που εννοείς / σκέψου αυτό που λες / και μην λες μεγάλες κουβέντες. (Από ποίημα ανώνυμου Άγγλου του 19ου αιώνα)».
Στοχασμός ευθύβολος κι ελληνοπρεπής, κατηυγασμένος από το Φως το Ιλαρόν της Αναστάσεως, από μια απολύτως χοϊκή και βιωμένη πεποίθηση ότι όχι, δεν μπορεί να είναι αυτό το τέλος της Διανοίας, τόσο άδοξο, τόσο προβλέψιμο και ταυτοχρόνως τόσο αναπάντεχο και σύντομο…
Όμως ο λόγος όσο κι αν είναι αφκιασίδωτος δεν είναι καθημερινός. Ο τίτλος ποιήματος «Τηλαυγές τοπίο» το καταδεικνύει περιτράνως. Ας το απολαύσουμε: «Όμορφος και περήφανος στέκει / κάτω από το πρωινό φως των Κυκλάδων / ρουφώντας με τα μάτια του / το τηλαυγές τοπίο / ανακαλύπτοντας νέους ορίζοντες» (σελ. 15).
Η προγενεστέρα «Αδηφάγος νύχτα» (σελ. 14) κινείται στο ίδιο γλωσσικό, αισθητικό και θεματολογικό πεδίο.
Καυστικά πολιτικό αν και απρόσωπο το ποίημα «Ω πρώην» (σελ. 38): «Χαρείτε ευδαίμονες / τους καρπούς της προδοσίας σας· ω πρώην ιδεολόγοι». Την αλλοτριωμένη «γενιά του Πολυτεχνείου» φωτογραφίζει άραγε, ή μήπως πρόκειται για μια διαχρονική αναπηρία του ανθρωπίνου είδους να εκπίπτει από την ουτοπία στην ευ-τοπία τού «τα καλά και συμφέροντα»;
Ερινύες, Κύκλωπες, νεκροί και μισοπεθαμένοι με «χαμένα όνειρα», παρουσία και μοναξιά και τα ποτάμια των λέξεων που τρέχουν προς τη θάλασσα για να καταλήξουν στην αφομοιωμένη ανυπαρξία, που είναι άλλωστε και η μόνη εφικτή ύπαρξη.
Ερωτικός ο λόγος στο ποίημα «Αλλά γιατί» (αφιερωμένο στη Φούλη): «Στεφάνι δάφνινο / θα σου φορέσω στα μαλλιά / πλεγμένο με ευκάλυπτους και σχίνα / όχι σαν προσφορά / στην μακρινή πορεία σου / αλλά γιατί στην όψη σου / μόνον αυτό ταιριάζει» (σελ. 33).
Ναι, τελικά ο Χρόνος φαίνεται σύμμαχος για τον ολιγογράφο, τον σεμνό και σημαντικό, τον επιμελή και προσεκτικό ποιητή τού στοχασμού πάνω στην ελληνιστική διαπραγμάτευση του Θανάτου. Και χρησιμοποιώ το επίθετο «ελληνιστικός» γιατί μερικά από τα ποιήματα του Βαγγέλη Χρόνη, αν εντάσσονταν στην «Παλατινή Ανθολογία» θα ταίριαζαν απόλυτα και θα συνομιλούσαν θαυμαστώ τω τρόπω με τα διπλανά τους.
Κωνσταντίνος Μπούρας