στα χρόνια τής Κρίσης»[1]

Το σύγχρονο θέατρο χρησιμοποιεί το κείμενο ως πρόσχημα, ως αφορμή και στην καλυτέρα περίπτωση ως αφετηρία (όταν δεν το ακυρώνει εντελώς γράφοντας ένα μετά-κείμενο ή ένα άλλο διαφημιστικό υπέρ-νόημα)…

 

 

Η Ποίηση ξαφνικά μπορεί να ανθίσει ελεύθερη χωρίς τις δικλείδες ασφαλείας του Νατουραλισμού-Ρεαλισμού. Η «Τρισεύγενη» του Παλαμά και ο «Κοντορεβυθούλης» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, τα ποιήματα του Ασλάνογλου και τα διηγήματα τού οποιουδήποτε, τού κάθε ενός/μιάς, τα γκράφιτι στους τοίχους που γράφουν οι τοξικομανείς πριν εγκαταλείψουν τον μάταιο τούτο κόσμο  είναι επιτέλους μια καλή αφορμή παράστασης.

 

Τι γίνεται όμως με τους κλασικούς, τραγικούς, επικούς, λυρικούς ποιητές; Τι γίνεται με τον Όμηρο; Είδα μια καλή παράσταση του Μαρμαρινού στην Επίδαυρο, όπου γιαπωνέζοι από το θέατρο ΝΟ προσέγγισαν με τον δικό τους τελετουργικό τρόπο τηΝΕΚΥΙΑ. Καλό το πείραμα, πετυχημένο; Πού βαδίζει η ποίηση σήμερα; Στις αναρτήσεις-posts των ηλεκτρονικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης; Πού βαδίζει το σύγχρονο θέατρο; Σε έναν ομαδικό συγχρωτισμό που δεν είναι καν οργιαστικός, σε ένα δήθεν πανερωτισμό που δεν είναι κατ’ ελάχιστον βακχικός; Η διονυσιακή τέχνη γίνεται αφορμή για να ανακυκλώσουμε τα πολιτιστικά μας σκουπίδια; Κι αν μαζί με τις στυμμένες λεμονόκουπες πετάμε και τα ασημικά, και το καλό σερβίτσιο και τα διαμάντια του σπιτιού, και τον άγνωστο Ελ-Γκρέκο που κληρονομήσαμε από τον παππού μας; Τελικά όλα έχουν την ίδια ισοπεδωμένη αξία της αναζητήσεως του εαυτού χωρίς ψίχουλο αυτογνωσίας; Τόσα πολλά εγώ που δεν νοιάζονται καν να επικοινωνήσουν, αλλά να εκραγούν σε πασχαλιάτικα πυροτεχνήματα, να αυταναφλεγούν αναζητώντας στην έσχατη αυτή πράξη αυτοκαταστροφής ένα ΝΟΗΜΑ; Κι αν όλοι εμείς πάντα, αιώνες τώρα. Οι Έλληνες και το Παράλογο-Άλογο είχαμε βρει έναν τρόπο να σχοινοβατούμε στο κενό δημιουργώντας το δίχτυ ασφαλείας σε κάθε μας βήμα; Τι σχέση έχουμε εμείς με τον Δυτικό ρασιοναλισμό; Ο Έλληνας είναι ποιητής, ακόμα κι όταν είναι σιδηρουργός ή νταλικιέρης. Είναι οραματιστής και φιλόσοφος. Δεν χρειάζεται να εισαγάγει δήθεν καινά υποπροϊόντα μιας κουλτούρας μεταιχμιακής που δεν κατέχει τον τρόπο ούτε μια ομαδική ψύχωση – υστερία έστω – να χαλκεύσει; Είμαστε χαλκέντεροι και πρωτοπόροι γιατί έχουμε την πλέον εύπλαστη αν και μαθηματικώς δομημένη γλώσσα που μας δίνει την απαραίτητη, τη ζωτική ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΚΕΨΗΣ-ΔΡΑΣΗΣ, μας χαρίζει επιλογές. Σε αυτό βασίστηκε η Δημοκρατία μας: στην ποιητική μη νοησιαρχική σκέψη τού Έλληνα. Έγιναν και γίνονται πολλά λάθη. Σαν το κοσμικό φίδι που τρώει την ουρά του, η Αγαύη θα θερίζει πάντα το κεφάλι του γιου της και η Ινώ και η Αυτονόη (οι αδελφές τη ς από τα σπαρμένα δόντια του Δράκοντα). Τι μεγαλειώδης Μυθολογία! Τα έχει πει όλα, πριν καν ανά-καλυφθούν. Σταματώ εδώ για απόψε. Σαν σύγχρονος ποιητής, δεν θα έγραφα σε καμία άλλη γλώσσα ούτε για όλα τα πλούτη του κόσμου. Όσο για τα απόνερα τού Καταναλωτισμού, τού Υλισμού, τού μανιχαϊστικού Διπολισμού [δικός μου όρος και νεολογισμός], τού επιτηδευμένου Μηδενισμού, τής μανιοκαταθλιπτικής Κοινωνίας τής Αφθονίας, θα καταλήξουν στους υπονόμους για να λιπάνουν υπόγεια, μυστικά περιβόλια. Τίποτα δεν είναι περιττό. Τίποτα δεν πάει χαμένο. Όμοιος ομοίω αεί πελάζεικαι το …φουσκί στο …λάχανο….

Εισήγηση προς συζήτησιν και σκέψεις τροφή για προβληματισμό, που φυσικά δεν θα ολοκληρωθεί και δεν θα περατωθεί εδώ και τώρα, αλλά εντάσσεται σε ένα ατέρμον εξελικτικό γίγνεσθαι παντοειδών αλλαγών στα πλαίσια μίας παγκόσμιας κουλτούρας που αναδύεται σιγά-σιγά μέσα από τον τεχνολογικό Μεσαίωνα που διανύουμε. Κακά τα ψέματα, η καινούργια Αναγέννηση θα έρθει βασισμένη στις πανανθρώπινες αξίες του Διαφωτισμού, στην ανθρωποκεντρική οπτική των Ελλήνων φιλοσόφων, στην Κλασική Λογοτεχνία, στις αρχές τής Ισότητας, της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, της Δικαιοσύνης (που προϋποθέτει την Ισονομία), της αδελφοσύνης εν τέλει όλων των έλλογων όντων, ως σπινθήρων ενός και τού αυτού Δημιουργού, τού Πρωταρχικού Δημιουργού, τού Όντως Όντος, τού Άναρχου, τού Αυτοδημιούργητου και τού Άφθαρτου, τού Παντογνώστη, Πάνσοφου και Πανάγαθου. Όσο για εμάς, τους «βροτούς», τα «πρόσκαιρα όντα της στιγμής» (σύμφωνα με τον σοφό Αλεξανδρινό), προσπαθούμε να ψελλίσουμε «τα λιγοστά μας λόγια γιατί αύριο η ψυχή μας κάνει πανιά» (Γιώργος Σεφέρης). Με τη συνείδηση αυτής τής ταπεινότητος, υπογράφω αυτές τις θέσεις που είναι μάλλον ερωτήματα και δεν ενέχουν αποφατικά στοιχεία κι αφορισμούς παντός είδους. Μόνον απορίες, απορία, θαυμασμό, αδυναμία, αμηχανία, ανέχεια, που επιζητά την Ανοχή…

Κωνσταντίνος Μπούρας

www.konstantinosbouras.gr

[1] Χάρη στη Σημειολόγο και βαθιά γνώστρια τού Θεάτρου Καθηγήτρια Μαρίκα Θωμαδάκη μίλησα (Παρασκευή 31/3/2017, 7-9μμ, στο κτίριο της Νομικής Σχολής του Ε.Κ.Π.Α, στη Σόλωνος, είσοδος από Σίνα, στο ισόγειο, αίθουσα Α Μαθηματικών) με θέμα “ΘΕΑΤΡΟ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ στα χρόνια τής Κρίσης” σε σεμινάριο που απευθύνεται σε φοιτητές, καλλιτέχνες, σε όλο το φάσμα των ανθρώπων που παράγουν πολιτισμό αλλά και σε εκείνους που απολαμβάνουν τα αγαθά του πολιτισμού. Το σεμινάριο είναι ελεύθερο και ανοιχτό για κάθε ενδιαφερόμενο.. Ανταλλάξουμε απόψεις δημοκρατικώς με όλους τους συμμετέχοντας και διαδρώντες, διαφωνήσαμε συναινώντας και συμφωνήσαμε απορώντας, μελετώντας, ερευνώντας και θαυμάζοντας…