Η μεταφυσική στα ιστορικά δράματα, στις τραγωδίες και στις κωμωδίες του Σαίξπηρ
Από τον ποιητή, θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα
Παρ’ όλο που είμαι αντίθετος στις ειδολογικές κατατάξεις, αφού το έργο των μεγάλων ποιητών είναι ενιαίο κι αδιαίρετο, αδιατάρακτα συνδεδεμένο με τη ζωή τους (που δεν είναι πάντα συνώνυμη με τον βίο και την πολιτεία τους), ας ακολουθήσουμε την πεπατημένη του διαχωρισμού κάποιων από τα δημοφιλέστερα έργα του μυστηρίου που κρύβεται κάτω από το όνομα Σαίξπηρ ως εξής:
Τραγωδίες: ΆΜΛΕΤ, ΜΑΚΒΕΘ, ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΛΗΡ, ΤΡΙΚΥΜΙΑ
Ιστορικό δράμα: ΡΙΧΑΡΔΟΣ Γ’,
Κωμωδίες: ΌΝΕΙΡΟ ΘΕΡΙΝΗΣ ΝΥΚΤΟΣ
Και τώρα ας περάσουμε σε έναν κατ’ αρχήν αναγκαστικώς απλοποιητικόν ορισμό του τι θεωρούμε (ως υπόθεσιν εργασίας) «μεταφυσικό»: ό,τι δεν γίνεται άμεσα αντιληπτό από τις πέντε αισθήσεις κι ό,τι δεν καταμετράται από τα σύγχρονα επιστημονικά όργανα. Αυτό και μόνον αυτό. Γενικό αλλά και συγκεκριμένως περιοριστικόν συνάμα. Το γεγονός ότι ο όρος προέρχεται από την κατάταξη του σχετικού έργου του Αριστοτέλη μετά τα «Φυσικά» ουδόλως μας επηρεάζει στη σχετική μας μελέτη κι έρευνα. Οι ορισμοί είναι συμβάσεις κι έτσι πρέπει να τους αντιμετωπίσουμε. Οι όροι που επιλέγουμε δεν διαθέτουν άρρηκτη σύνδεση μορφής-περιεχομένου, σημαίνοντος-σημαινομένου… Μακάρι να ήταν έτσι. Τότε τα πράγματα θα ήταν πιο απλά κι η Φιλοσοφία μας επιστημονικότερη η δε ποίησή μας φτωχότερη. Εξηγούμαι αμέσως για να μην παρεξηγηθώ: σε ένα μακρινό μέλλον που η Φυσική θα έχει ερμηνεύσει το Σύμπαν, τη Δημιουργία, την μετεξέλιξη και τις διάφορες λειτουργίες του, σε μια εποχή όπου η Τεχνολογία κι η Ρομποτική θα έχουν απαντήσει σε ερωτήματα που δεν έχουν καν ακόμα τεθεί, τότε το ΆΓΝΩΣΤΟ, το ΆΡΡΗΤΟ, το ΆΦΑΤΟ θα τείνουν προς το ΜΗΔΕΝ και τότε η Τέχνη ή θα έχει εξαφανισθεί ως περιττόν μουσειακόν είδος ή θα έχει πάρει άλλες λεπτοφυέστερες διαστάσεις, μακριά από τον ΠΟΝΟ, το ΠΑΘΟΣ, το ΦΟΒΟ, την ΑΓΩΝΙΑ, την ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ, που έθρεψαν το ανθρώπινο είδος από την εποχή των σπηλαίων, τότε που το κυνήγι του βίσωνα προϋπέθετε τη μελέτη αυτού του άγνωστου αλλόμορφου, εξωανθρώπινου όντος και η αναψυχή μετά το κυνήγι και την κατανάλωση τού κρέατός του τροφοδοτούσε την αγωνία για την επανάληψη αυτού του θαύματος κι αυτής της ευωχίας βεβαίως…
Πριν περάσουμε στο κυρίως θέμα μας, ας αναλογιστούμε επίσης τι σημαίνει ο όρος ορθολογισμός-ρασιοναλισμός, γιατί παρατηρήθηκε έξαρση του φαινομένου αυτού στον δυτικοευρωπαϊκό Μεσαίωνα, που διατηρήθηκε βεβαίως και στην Αναγέννηση για να γίνει ο θεμέλιος λίθος της διαμόρφωσης της αστικής τάξης των εμπόρων-μεταπραττών κι όσον ασχολούνται με το σύστημα ανταλλαγής αγαθώς κι υπηρεσιών… Αυτός ο πραγματισμός (αγγλοσαξωνικού κυρίως τύπου) έγινε βεβαίως η βάση τόσο της Βιομηχανικής Επανάστασης όσο και της Κοινωνίας της Πληροφορίας… και να σταματήσουμε εδώ για να μην φτάσουμε σε μελλοντολογικά οργουελικά οράματα εφιαλτικού τύπου…
Επομένως, σε συνδυασμό των δύο πιο πάνω όρων κι εννοιών, όταν θα λέμε στα πλαίσια αυτού του πονήματος «μεταφυσική» στα έργα του Σαίξπηρ θα εννοούμε ο,τιδήποτε δεν είναι ρασιοναλιστικό και μετρήσιμο από τα επιστημονικά όργανα, ότι δεν γίνεται αντιληπτό ή δεν επαληθεύεται από τις πέντε ανθρώπινες αισθήσεις. Κι εδώ αναφύεται το ερώτημα: και γιατί όλοι οι άνθρωποι να προσλαμβάνουμε τον ίδιο μέσον όρο του ορατού-ηχητικού-οσφρητικού-γευστικού-απτικού φάσματος; Μα φυσικά υπάρχει στην επιστήμη Πιθανότητες-Στατιστική η περίφημη «καμπύλη του Gauss», εκεί όπου θριαμβεύει ο περίφημος στατιστικός «μέσος όρος» που δέχεται μεν εκατέρωθεν αποκλίσεις, όμως αυτές δεν αίρουν τη συμβατικότητα της λεγομένης «Κοινής Λογικής».
Κι εδώ – με αυτή τη διευκρίνιση – μπαίνουμε στο κυρίως θέμα μας: τα αλλοκοσμικά, αλλοδιαστασιακά μη ανθρώπινα όντα στα 7 μελετώμενα έργα του Σαίξπηρ που παίρνουμε ως παράδειγμα παραπέμπουν στην λογοτεχνική-μυθολογική-καλλιτεχνική σύμβαση (κοινώς διαδεδομένη από την Αρχαιότητα) για την ύπαρξη άλλων μορφών ζωής και νόησης που δεν ομοιάζουν με τις Κόρες και τους Κούρους της Κλασικής ή Ρωμαϊκής Αρχαιότητας. Το ένα στοιχείο είναι αυτό: το φάντασμα του νεκρού πατέρα του Άμλετ, που το βλέπουν και οι φρουροί-φύλακες, αλλά μόνον στον γιο και διάδοχό του ομιλεί με καταληπτό τρόπο, οι μάγισσες που απευθύνονται στον Μάκβεθ και τα φαντάσματα των θυμάτων του που εμφανίζονται ως οράματα στον Ριχάρδο τον Γ’ και τους προλέγουν τη μοίρα πολύ πριν στεφθούν βασιλιάδες στη θέση των νομίμων (και δολοφονηθέντων απ’ αυτούς) βασιλέων, τα τελώνια-ξωτικά-δαιμόνια που συνδιαλέγονται με τον μάγο Πρόσπερο στην «Τρικυμία», το νεραϊδοβασίλειο στην συμβολική-αλληγορική, επίκαιρη-σατιρική για την εποχή της κωμωδιούλα πλέον σήμερα, στο παραμυθόδραμα με τον εύηχο νεορομαντικό τίτλο «Όνειρο θερινής νυκτός»… Όλ’ αυτά τα όντα είναι ανθρωποποιημένες έννοιες-ιδέες-συμβάσεις για την κίνηση της δραματικής μηχανής, για δημιουργία συγκρούσεων ή απλώς εξυπηρετούν από δραματουργικής πλευράς την λεγομένη «έκθεση» (exposition) ή πρόλογο του θεατρικού έργου. Το δεύτερο στοιχείο είναι ετούτο: τα προσωποποιημένα-υλοποιημένα πέντε στοιχεία της Φύσεως, του αιθέρος συμπεριλαμβανομένου (quintessence), γη, νερό, φωτιά κι αέρας (γαία-ύδωρ-πυρ-αήρ-αιθήρ). Αυτά έχουν την τιμητική τους στην «Τρικυμία» αφού με τη μαγική ράβδο του Πρόσπερου (που τη σπάει στο τέλος και τη θάβει), τα πέντε αυτά φυσικά στοιχεία καθυποτάσσονται και υπακούουν στον πανίσχυρο μάγο-σοφό-ιερουργό θα λέγαμε σήμερα… Αλλά κι ο προδομένος κι αυτοεξόριστος τέως «Βασιλεύς Ληρ» σε αυτά τα στοιχεία της Φύσης απευθύνεται κι αυτός, συνοδευόμενος από τον Τρελό του Βασιλιά, που είναι πιο λογικός όμως από τον αυταρχικό κι αλαζόνα πρώην μονάρχη σε μια τραγική κατά-στροφή τής Τύχης κι από δική του Ύβριν κι Αλαζονείαν καθίσταται παραδειγματικό θύμα της Νεμέσεως για να πληρώσει όπως όλοι οι αρχαίοι ήρωες σύμφωνα με τον αριστοτελικό ορισμό της τραγωδίας στην «Ποιητική» (το πρώτο σωσμένο αρχαίο κείμενο θεωρίας τού δράματος).
Συγκερνώντας αυτές τις δύο σχηματικώς διαχωρισμένες ομάδες αλλοδιαστασιακών όντων κι ανθρωποποιημένων στοιχείων της Φύσης είναι σαφές ότι ο «μεταφυσικός» Σαίξπηρ είναι μια ακόμα πλευρά του μεγάλου ελισαβετιανού δραματουργού που ελάχιστα έχει μελετηθεί έως τώρα, αφού έχουν προταθεί και ο «πολιτικός» Σαίξπηρ και «ο σύγχρονός μας Σαίξπηρ» στο best-seller δοκίμιο του Jan Kott. Κανείς όμως δεν μιλάει ακόμα στο πλατύ κοινό και με εκλαϊκευμένο τρόπο [χωρίς να διαθέτει απαραιτήτως κι εκλαϊκευτική-απλουστευτική πρόθεση]… κανείς σχεδόν δεν αρθρογραφεί ευρέως για το μη ρασιοναλιστικό στοιχείο στα σαιξπηρικά έργα και ειδικά σε αυτά τα επτά που διαλέξαμε σήμερα να συζητήσουμε. Οι λόγοι πολλοί. Ο απλούστερος: «ποιητική αδεία» μπορεί κανείς να λέει ό,τι λέει. Άλλος λόγος-δικαιολογία: κάπως πρέπει να κινηθεί η δραματική μηχανή χωρίς εκτενείς διαλόγους και σκηνικές οδηγίες, επομένως αυτοί οι «από μηχανής» θεοί-δαίμονες μας λύνουν τα χέρια για λόγους δραματουργικής οικονομίας. Ακριβώς όπως χρησιμοποιεί ο «άθεος», «σοφιστής» Ευριπίδης θεούς και θεές τόσο στους «προλόγους» όσο και στους «επιλόγους» των αθάνατων θεατρικών του έργου και ειδικά στις λεγόμενες «τραγικωμωδίες» του. Υπάρχει όμως κι ένας τρίτος λόγος: ο ΦΟΒΟΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΆΓΝΩΣΤΟ/ΆΡΡΗΤΟ/ΆΦΑΤΟ… Αυτός ο υποδόριος μη ομολογούμενος πανικός είναι που καθιστά ευπώλητο και καλοθέατο, καλοδεχούμενο τον Χάρυ Πόττερ, τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», αλλά και την «Σιωπή των Αμνών», το “The Indipendence Day”. Οι εξωγήινοι συναγωνίζονται σε ΤΡΟΜΑΚΤΙΚΟΤΗΤΑ (ας μου επιτραπεί ο όρος αντί για το αδόκιμο «Τρομακτικό δυναμικό ή φορτίο)… Οι εξωγήινοι είναι εφάμιλλοι σε φοβιστική-αγχωτική δύναμη με τα αλλοδιαστασιακά όντα, με νεκρούς και φαντάσματα, με δαιμονοποιημένα στοιχεία της Φύσης κι άλλες απειλές που εγκυμονούν κινδύνους.
Το αντίδοτο σε όλ’ αυτά είναι η γαλήνια φωτεινιά [ας μου επιτραπεί και πάλι ο νεολογισμός] της Ελληνικής Σκέψης που – ως ανθρωπομετρική κι ανθρωποκεντρική] εκμηδενίζει κάθε έρεβος και σκοτεινιά χωρίς απαραιτήτως και να την εξορκίζει, αφού για τους αρχαίους μυημένους και μυσταγωγούς η Ορφική Νυξ ήταν η μήτρα και γενεσιουργός αιτία των πάντων, του Φωτός (του ομηρικού Φάους) συμπεριλαμβανομένου.
Εν κατακλείδι και για να θέσουμε τις βάσεις μιας υγιούς συζητήσεως επ’ αυτού του ακανθώδους θέματος, θα τολμήσω να προβώ σε κάποια χονδροειδή, εξ αρχής (αλλά όχι κι εκ του ασφαλούς) συμπεράσματα: η επιτυχία του «αθάνατου» Σαίξπηρ στον αγγλοσαξωνικό κόσμο είναι ανάλογη του γερμανικού ρομαντισμού και του γαλλικού συμβολισμού και βασίζεται σε βαθιά ριζωμένες μεσαιωνικές καταβολές για τη Μοίρα, για την Αμαρτία-Αστοχία που επιφέρει πάντα δίκαιη τιμωρία στο τέλος. Έχουν μεν τη βάση τους στην αρχαία τραγωδία και γι’ αυτό κάποια από τα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ θεωρούνται σύγχρονες «τραγωδίες», είναι όμως κατά τη γνώμη μου μεσαιωνικά αιματόβρεκτα δράματα ελισαβετιανού τύπου (είτε έχουν απαιτήσεις ιστορικότητος είτε λειτουργούν ως βορειοευρωπαϊκά παραμυθοδράματα-ονειροδράματα). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις πρόκειται για δραματοποιημένες μεσαιωνικές «μυθιστορίες» με αναγεννησιακό επίχρισμα. Αλλιώς όλο αυτό το τρομακτικό “gothic” στοιχείο, μακριά πολύ και ξένο για την μεσογειακή ανεμελιά κι επικούρεια απόλαυση της ζωής, δεν θα είχε κανένα νόημα και καμία θεατρική ή λογοτεχνική λειτουργικότητα. Στο χώρο του φαντασιακού εμφιλοχωρούν πολλές αιτίες κι αφορμές για ενεργοποίηση ψυχώσεων-νευρώσεων και η χρήση τοξικών ουσιών σε συνδυασμό με το βαρύ κλίμα και την έλλειψη ηλιοφάνειας που βυθίζει τον εγκέφαλο και το ανθρώπινο ορμονικό σύστημα στην κατάθλιψη ή και στην μόνιμη ή παροδική παράνοια (Άμλετ) ενισχύει τον Μηδενισμό-Πεσσιμισμό εις βάρος της Αναγεννησιακής περι-έργειας κι εκ του σύνεγγυς μελέτης ανθρωπίνων και φυσικών φαινομένων. Η «ανθρώπινη κατάσταση», από τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη και μετά την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ έχει δεχθεί ένα βαρύ ιρρασιοναλιστικό-παράλογο (μη νοησιαρχικό και λογοκρατούμενο) πλήγμα, απόληξη του οποίου είναι το «Περιμένοντας τον Γκοντό» και τα άλλα δράματα του λακωνικού και παραβολικού νομπελίστα Σάμιουελ Μπέκετ. Κι όσο διαρκεί ο «Δυτικός ελληνορωμαϊκός πολιτισμός» μας, με τον βαθιά κρυμμένο μεσαιωνικό μυστικισμό-αποκρυφισμό του, θα είμαστε πάντα δέσμιοι του θαυμασμού και της μαγείας που μας ασκεί αυτό το μυθικό ον με το κατά κόσμον όνομα «Γουίλλιαμ Σαίξπηρ». Όσο για τον ηθοποιό από το Stratford upon Avon, που έμενε σε ένα cottage και δεν είχε καμία συστηματική παιδεία μήτε βιβλιοθήκη για να δικαιολογεί και να στηρίζει όλες αυτές τις γνώσεις επί παντός επιστητού και υπέγραψε τη διαθήκη σα να ήταν μάλλον ημιμαθής παρά μορφωμένος… εεε, ας αφήσουμε την παραμυθοποιητική διάσταση του ανθρωπίνου εγκεφάλου να κάνει κι εκεί τη δουλειά του ενισχύοντας το «μυστήριο» που είναι στη βάση κάθε φοβικού, φοβισμένου, παραλο(γ)ϊσμένου ψυχισμού. Αλλά και χωρίς αυτούς τους ελαφροΐσκιωτους θεατές-αναγνώστες-συνδημιουργούς του καλλιτεχνικού φαινομένου, ο Πολιτισμός μας θα ήταν καθαρά τεχνοκρατικός και θα ανήκε στις μηχανές (κάτι που μπορεί να συμβεί βεβαίως στο μέλλον). Όμως για την ώρα, όλ’ αυτά τα (συμβατικά ή μη) εξωανθρώπινα, αλλοδιαστασιακά, υλοποιημένα όντα στα δράματα του Σαίξπηρ εξακολουθούν να μας θέλγουν και να τροφοδοτούν τη νοσταλγία μας για άλλες μακρινές εποχές, που δεν ήταν ούτε καλύτερες ούτε δικαιότερες ούτε ασφαλέστερες από τη δική μας. Ομοιοπαθητική τού Φόβου; Ξορκίζουμε φανταστικούς και πιθανούς κινδύνους με τη νοσηρή φοβική εμμονή μας στο ερεβώδες και σκοτεινό που γίνεται – εις την καλυτέρα των περιπτώσεων – “chiaroscuro” όπως στο «Όνειρο θερινής νυκτός»; Ερωτήματα που θα απαντηθούν ίσως πολλές δεκαετίες μετά, αιώνες ίσως, όταν πλέον κι η δική μας αβέβαιη, ασταθής μεταβατική εποχή της Πολιτισμικής Κρίσης θα έχει μπει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας δίνοντας τη θέση της σε δικαιότερες «Πολιτείες» εκεί που – ελπίζω να – κυριαρχεί η ΙΣΟΤΗΤΑ-ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ για όλους. Αμήν! Γέγονε!!! Τότε θα βλέπουν ίσως οι μεταπληροφοριακοί άνθρωποι τα δράματα του Σαίξπηρ όπως εμείς το ινδικό θέατρο σκιών με θεούς-ημιθέους-δαΐμονες και βροτούς/θνητούς. Αλήθεια, ποιος τους έτρωγε τους «βροτούς» στην αρχαία ελληνική Μυθολογία; Μήπως οι Γίγαντες, οι Δράκοντες, ο «κατηραμένος όφις» ίσως; Κάθε εποχή φτιάχνει τη Λογοτεχνία-Τέχνη που της αξίζει και θεραπεύει προσωρινώς ή απαλύνει την εγγενή υπαρξιακή αγωνία για το Αύριο, το φόβο του Θανάτου αλλά και το άγχος της επιβίωσης. Όταν θα έχουν λυθεί όλ’ αυτά, ναι, τότε δεν θα χρειαζόμαστε ούτε τον Σαίξπηρ κι ο Μάγος Πρόσπερος δεν θα χρησιμοποιεί πια τη (θαμμένη προ πολλού) ράβδο του και θ’ απολαμβάνει τη ζωή με όλη την απομυθοποιημένη απλότητα του αιώνιου «τώρα»… Σκέψεις πάνω σε σκέψεις και το αποτέλεσμα; Μηδέν στο πηλίκο, τουτέστιν άπειρον, για την ώρα…
Κωνσταντίνος Μπούρας